Προκειμένου να παραχθεί καθαρή και καταληπτή η ομιλία μας απαραίτητη είναι η συνεργασία και ο συντονισμός των υποσυστημάτων της αναπνοής, της φώνησης, της αντήχηση, της άρθρωσης και της προσωδίας. Δυσαρθρία λοιπόν είναι η διαταραχή της ομιλίας που οφείλεται είτε σε αδυναμία είτε σε κακό συντονισμό των προαναφερθέντων υποσυστημάτων. Ως αποτέλεσμα η ομιλία γίνεται αργή, αδύναμη, ανακριβής, ακατάλληλα συγχρονισμένη, ανάλογα με τον τύπο της δυσαρθρίας κάθε φορά. Μπορεί να εμφανιστεί τόσο σε παιδιά όσο και ενήλικες και οι αιτίες ως επί το πλείστον είναι επίκτητες (πχ. τραύματα, κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, νεοπλασίες κ.α.). Για τα παιδιά η αιτιολογία μπορεί να είναι είτε συγγενής είτε επίκτητη με συχνότερη την εγκεφαλική παράλυση.
Η απραξία (η απουσία της πράξης) ή η δυσπραξία (η δυσκολία της πράξης) είναι διαταραχή που αφορά στην εκούσια επιτέλεση κινήσεων και κινητικών πράξεων. Δηλαδή, το παιδί σε αυτή τη διαταραχή δεν είναι σε θέση να εκτελέσει κινήσεις με τη θέλησή του . Καθώς προσπαθεί να τοποθετήσει σωστά τους αρθρωτές μπορεί να παρατηρηθούν ήπια νευρολογικά σημάδια όπως νευρομυϊκοί σπασμοί . Επίσης παρατηρούμε ελλιπές σφράγισμα στα χείλη-δόντια, δυσκολία στον έλεγχο της κινητικότητας της γλώσσας και δυσκολία στην οργάνωση και διαδοχή των φωνημάτων.
Η λογοθεραπευτική παρέμβαση στοχεύει στη βελτίωση της αποδοτικότητας και στον κατάλληλο συντονισμό των υποσυστημάτων της ομιλίας. Σε σοβαρές περιπτώσεις στοχεύει στην εκπαίδευση τεχνικών αντιστάθμισης της ομιλίας ή και σε εναλλακτικό τρόπο επικοινωνίας. Σε κάθε περίπτωση στόχος είναι η βελτίωση της ποιότητας ζωής του ατόμου.